Επενδυτές Ελλάδα
two businessmen shaking hands after good business investment agreement in greece, in front of flag

«Ψήφο εμπιστοσύνης» στην ελληνική οικονομία και στις μεσομακροπρόθεσμες προοπτικές της δίνουν οι διεθνείς επενδυτές, όπως προκύπτει και από τη ζήτηση που διαπιστώθηκε στην τελευταία έκδοση του δεκαετούς ομολόγου. Η προσφορά ξεπέρασε τα 29 δισεκατομμύρια ευρώ και η χώρα μας άντλησε 3,5 δισεκατομμύρια ευρώ.

Σημειώνεται ότι το επιτόκιο που ομολογιακού δανείου, που λήγει τον Ιούνιο 2031, διαμορφώθηκε στο 0,79%. Αυτό είναι το χαμηλότερο επιτόκιο για δεκαετές ομόλογο από το 2001, όταν η χώρα μας υιοθέτησε το ευρώ.  Τον Σεπτέμβριο του 2020, στην προηγούμενη έξοδο στις αγορές, το επιτόκιο είχε διαμορφωθεί στο 1,22%.

Η προοπτική των αναβαθμίσεων από τους διεθνείς οίκους

Γιατί όμως υπήρξε αυτή η σημαντική προσφορά για την κάλυψη του δεκαετούς ομολόγου; Διεθνείς αναλυτές προβλέπουν ότι μέσα στους επόμενους μήνες και με τη λήξη της πανδημίας η ελληνική οικονομία θα αναβαθμισθεί από τους διεθνείς οίκους. Έτσι θα βρεθεί σε θέση που θα αποτελεί επενδυτική επιλογή. Μάλιστα δεν αποκλείεται η πρώτη αναβάθμιση της οικονομίας να γίνει μέσα στον Μάρτιο. Αυτή η πρόβλεψη, που θεωρείται ασφαλής, τροφοδοτεί ελπίδες για αξιοσημείωτα μελλοντικά κέρδη.

Αγοραστής των ελληνικών ομολόγων η JP Morgan

Η JP Morgan, με μια πολύ σημαντική κίνηση, γνωστοποίησε πριν από δύο εβδομάδες, ότι είναι αγοράστρια στα ελληνικά κρατικά ομόλογα, καθώς περιμένει αναβαθμίσεις της πιστοληπτικής ικανότητας της χώρας από τους διεθνείς οίκους μέσα στο 2021, που θα οδηγήσουν στην έξοδο από το junk μέσα στο 2022.

Στις διεθνείς αναλύσεις επισημαίνεται σταθερά ότι, σε αντίθεση με την εποχή της ελληνικής κρίσης χρέους, ο κίνδυνος της μη εξυπηρέτησης θεωρείται ελάχιστος.

Περίπου το 80% του ελληνικού χρέους βρίσκεται πια στα χέρια δημόσιων πιστωτών, όπως ο Ευρωπαϊκός Μηχανισμός Σταθερότητας (ESM). Τα τοκοχρεολύσια είναι πολύ χαμηλά και η περίοδος αποπληρωμής φτάνει μέχρι το 2070.  Γι αυτό η βιωσιμότητα του χρέους θεωρείται εξασφαλισμένη, τουλάχιστον μέχρι το 2032. Και, επιπλέον, η Ελλάδα έχει αποθεματικά που ξεπερνούν τα 34 δισεκατομμύρια ευρώ.

Νέα σχέση εμπιστοσύνης

Χαρακτηριστική είναι η εξήγηση που δίνει και η γερμανική Handelsblatt για την υψηλή ζήτηση που υπήρξε για το νέο δεκαετές  ομόλογο:
«Ένας από τους λόγους», αναφέρει, «για την υψηλή ζήτηση που έχουν τα ελληνικά ομόλογα είναι ότι οι επενδυτές έχουν αποκαταστήσει πλέον, σε μεγάλο βαθμό, την εμπιστοσύνη τους προς την χώρα της ευρωζώνης που ήταν άλλοτε συνώνυμο της κρίσης. Στο απόγειο της οξείας δημοσιονομικής κρίσης, το 2012, η απόδοση των ομολόγων είχε ξεπεράσει το 35%.

Το τελευταίο πρόγραμμα διάσωσης για την Ελλάδα ολοκληρώθηκε τον Αύγουστο του 2018. Έκτοτε η Αθήνα στέκεται όλο και καλύτερα στα πόδια της και μπορεί να αναχρηματοδοτήσει το χρέος της στις αγορές».

Υπενθυμίζεται ότι την έκδοση του δεκαετούς ομολόγου είχαν αναλάβει οι Barclays, Citi, Deutsche Bank, Morgan Stanley, Nomura και Eurobank.

Μέσα στο 2021 ο Οργανισμός Διαχείρισης Δημοσίου Χρέους αναμένεται να αντλήσει από τις διεθνείς αγορές περίπου 12 δισεκατομμύρια ευρώ ώστε να καλυφθούν οι υποχρεώσεις της χώρας. Οι αρμόδιοι παράγοντες εκτιμούν ότι με δεδομένο ότι τόσο η Ευρωπαϊκή Επιτροπή όσο και η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα έχουν στείλει μήνυμα για «άνευ ορίων στήριξη της ευρωπαϊκής οικονομίας», οι συνθήκες είναι ιδιαίτερα ευνοϊκές για να υλοποιηθεί χωρίς προσκόμματα ο προγραμματισμός για την κάλυψη των δανειακών αναγκών.

Το οικονομικό επιτελείο, εφόσον υλοποιηθούν όσα προγραμματίζονται, εκτιμά ότι δεν χρειαστεί να δαπανηθούν από το αποθεματικό περισσότερα από 5-6 δισεκατομμύρια ευρώ.

Ανάπτυξη 5,5% βλέπει η Deutsche Bank

Ευνοϊκές για την ελληνική οικονομία είναι και οι προβλέψεις μεγάλων διεθνών οργανισμών, όπως η Deutsche Bank.  Η γερμανική τράπεζα βλέπει ρυθμό ανάπτυξης στο +5,5% για το 2021, ενώ για το 2022 αναμένει ότι η ανάπτυξη θα διατηρηθεί κοντά στο +5,9%. Θετικές είναι και οι εκτιμήσεις για τον πληθωρισμό, θα διατηρηθεί κοντά στο 0% μέχρι και τα τέλη του 2022. Καθοδικά αναμένεται ότι θα κινηθεί τόσο το έλλειμμα του προϋπολογισμού όσο και του ισοζυγίου τρεχουσών συναλλαγών.

Ισχυρή στήριξη προσφέρει σταθερά και το φθηνό χρήμα της ΕΚΤ. Μέσα στον Ιανουάριο, άλλωστε, βγήκαν στις αγορές πολλές ευρωπαϊκές χώρες και η ζήτηση των ομολόγων ήταν συνολικά υψηλή αφού οι επενδυτές θεωρούν ότι τα ευρωπαϊκά επιτόκια θα παραμείνουν και τα επόμενα χρόνια σε χαμηλά επίπεδα.

Πηγή: economico.gr