Η αγορά αναθεωρεί τις πιθανότητες νίκης του Τραμπ στις επόμενες εκλογές των ΗΠΑ

Η αγορά αναθεωρεί τις πιθανότητες νίκης του Τραμπ στις επόμενες εκλογές των ΗΠΑ

Αναζητώντας απαντήσεις για το ενδεχόμενο νίκης του Ντόναλντ Τραμπ στις εκλογές των ΗΠΑ που θα διεξαχθούν στις 5 Νοεμβρίου, η Deutsche Bank εξετάζει τη δυναμική των αγορών. Η πρόσφατη άνοδος στις δημοσκοπήσεις για τον πρώην πρόεδρο έχει ξυπνήσει αυξημένες συζητήσεις σχετικά με τις λεγόμενες «Trump trades» στην αγορά. Αν και η αφήγηση έχει υποστεί πολλές αλλαγές, η αγορά φαίνεται να αποτιμά την κατάσταση με περισσότερη προσοχή.

Οι αναλυτές της γερμανικής τράπεζας προειδοποιούν ότι οι πολιτικές αβεβαιότητες στις Ηνωμένες Πολιτείες εξακολουθούν να είναι πολλές. Ωστόσο, αυτοί περιγράφουν ένα σενάριο που περιλαμβάνει μια επιθετική δασμολογική πολιτική σε συνδυασμό με σημαντικά εγχώρια δημοσιονομικά κίνητρα. Αυτή η στρατηγική θα μπορούσε να εξουδετερώσει τις αρνητικές επιπτώσεις στη ανάπτυξη των ΗΠΑ, ενώ ενδέχεται να επιβαρύνει άλλες αγορές παγκοσμίως.

Αναφορικά με τις συναλλαγματικές ισοτιμίες, η Deutsche Bank αναγνωρίζει το ασφάλιστρο κινδύνου στο δολάριο ως την προτιμώμενη ένδειξη αποτίμησης της πιθανότητας νίκης Τραμπ. Σήμερα, το δολάριο βρίσκεται σχεδόν ευθυγραμμισμένο με τις μέσες ισοτιμίες, ενώ κατά την κορύφωση του εμπορικού πολέμου το 2018, ήταν 10% υψηλότερο σε σχέση με τα επιτόκια. Μάλιστα, η πρόσφατη πτώση της ισοτιμίας ευρώ/δολαρίου μπορεί να αποδοθεί σε αναθεώρηση των προσδοκιών για τις αποφάσεις της Fed.

Στις μετοχικές αγορές, υπάρχουν εταιρείες του S&P 500 που επηρεάζονται περισσότερο από τους δασμούς, οι οποίες στον παρόντα χρόνο κινούνται πλάγια με ελαφρές μειώσεις στην απόδοση. Εν τω μεταξύ, η τιμολόγηση των κεντρικών τραπεζών αναδύει επίσης ενδιαφέρον. Η Deutsche Bank εκτιμά ότι το επιτόκιο της ΕΚΤ θα μπορούσε να κυμανθεί μεταξύ 1% και 2%, αναλόγως της πολιτικής που θα ακολουθηθεί.

Συνοψίζοντας, η αγορά φαίνεται να αποτιμά μια αυξανόμενη πιθανότητα νίκης του Τραμπ, αν και οι επιδράσεις αυτής της πιθανότητας στις τιμές εξακολουθούν να είναι περιορισμένες, σύμφωνα με την Deutsche Bank. Πηγή: tovima.gr