Πληροφορίες προερχόμενες από τη Δύση αναφέρουν ότι όταν άρχισε η «ειδική επιχείρηση» της Ρωσίας στην Ουκρανία, φιλοδοξία του Κρεμλίνου ήταν όλα να έχουν τελειώσει σε μερικές ημέρες ή εβδομάδες.
Παντού δυσλειτουργίες
Φυσικά, κάτι τέτοιο δεν συνέβη: καθώς πλησιάζουμε το τέλος του δέκατου μήνα των εχθροπραξιών, δεν υπάρχει λογικός αναλυτής που να μην βλέπει ότι η ρωσική πολεμική μηχανή – παρά τις όποιες επιτυχίες της – δυσλειτουργεί σε όλα τα επίπεδα. Από την πληροφορία και τη ανίχνευση, από τη διοίκησης και τον έλεγχο, από την επιμελητεία και τις γραμμές τροφοδοσίας μέχρι τον τρόπο με τον οποίο χρησιμοποιούνται οι ένοπλες δυνάμεις της Ρωσίας, όλα καταδεικνύουν ότι οι σχεδιασμοί του Κρεμλίνου στηρίζονταν σε προβληματικές (τουλάχιστον) παραδοχές.
Θεωρητικά, από το 2008 και εντεύθεν, οι μεγάλες μεταρρυθμίσεις στις ρωσικές ένοπλες δυνάμεις που σχεδίασε ο τότε υπουργός Άμυνας, Ανατόλι Σερντιούκοφ, είχαν καταπολεμήσει τα μεγάλα προβλήματα που προκάλεσε η κατάρρευση της ΕΣΣΔ και ο ρωσικός στρατός είχε αποκτήσει νέα όπλα, νέα εκπαίδευση, νέο σχεδιασμό και νέους τρόπους διεξαγωγής πολέμου, που εγκατέλειπαν τα δόγματα της Σοβιετικής Ένωσης και τον έβαζαν στον 21ο αιώνα. Ωστόσο, κάτι τέτοιο δεν μοιάζει να συμβαίνει στην Ουκρανία. Το αντίθετο, μάλιστα: παθογένειες που έρχονται από παλιά, συνεχίζουν να πλήττουν τις ρωσικές ένοπλες δυνάμεις.
Ο… τρόμος του Γκρόζνι
Πόσο παλιά; Το 1995, ελάχιστα χρόνια μετά την κατάρρευση της ΕΣΣΔ και με τις ένοπλες δυνάμεις της χώρας σε κατάσταση διάλυσης, η Ρωσία εισέβαλε στην Τσετσενία, με στόχο να ανατρέψει τον τότε ηγέτη της χώρας, Τζοχάρ Ντουντάγεφ, με τον Ρώσο υπουργό Άμυνας, Πάβελ Γκράτσεφ να δηλώνει ότι το Γκρόζνι, η πρωτεύουσα της Τσετσενίας, θα πέσει σε δύο ώρες. Το αποτέλεσμα είναι γνωστό σε όλους: οι μικρές καλά εκπαιδευμένες και αποφασισμένες μονάδες των Τσετσένων σχεδόν διέλυσαν τον ισχυρό μεν, αλλά κακοεκπαιδευμένο και με μεγάλες ελλείψεις στην ενημερώση, αλλά και σε άνδρες και υλικοτεχνική υποδομή ρωσικό στρατό.
Η εισβολή στη Γεωργία
Η ίδια εικόνα αποτυπώθηκε και στην εισβολή στη Γεωργία το 2008. Και μπορεί η Ρωσία να κατόρθωσε να αποσπάσει από τη χώρα του Καυκάσου δύο στρατηγικής σημασίας τμήματα, τη Νότια Οσσετία και την Αμπχαζία, ωστόσο, και πάλι οι απώλειες για τις ρωσικές δυνάμεις ήταν μεγαλύτερες του αναμενομένου, ενώ σε επιχειρησιακό επίπεδο, η Μόσχα έδειξε και πάλι ότι δεν διέθετε την απαραίτητη πληροφόρηση και οργάνωση, ώστε να επιτύχει τους στόχους της σχετικά εύκολα απέναντι σε έναν πολύ κατώτερο σε δυναμική αντίπαλο. Είναι χαρακτηριστικό ότι οι Ρώσοι υποχρεώθηκαν να χρησιμοποιήσουν ειδικές δυνάμεις για να πετύχουν το στόχο τους, ενώ παρατηρήθηκαν και απίστευτες σκηνές όπου ήταν αδύνατο να ξεχωρίσουν εχθρός από φίλο.
Τεράστια προβλήματα
Πού καταλήγουν όλα αυτά; Σύμφωνα με αναλυτές, τα συμπεράσματα που εξάγονται, πλέον και από την εισβολή στην Ουκρανία, είναι ότι οι ρωσικές ένοπλες δυνάμεις δεν διαθέτουν επαρκή εκπαίδευση, έχουν τεράστιες ελλείψεις σε ανθρώπινο δυναμικό και υλικοτεχνική υποδομή (ακόμα στηρίζονται σε οπλικά συστήματα εποχής ΕΣΣΔ) και υποφέρουν δραματικά από διοίκηση και έλεγχο, αλλά και από βασικές επιχειρησιακές πρακτικές, όπως ανίχνευση, πληροφορία, οργάνωση και διοίκηση. Παρά τις προσπάθειες για αναμόρφωσή τους, οι ρωσικές ένοπλες δυνάμεις δείχνουν τις ίδιες αδυναμίες του παρελθόντος και τα ίδια άλυτα προβλήματα.
Έτσι, απέναντι σε έναν θεωρητικά πιο αδύναμο, αλλά καλά εκπαιδευμένο και οργανωμένο αντίπαλο, αλλά και αποφασισμένο να πολεμήσει μέχρι τέλους (όπως έγινε στην Τσετσενία και γίνεται και στην Ουκρανία), που αξιοποιεί στο έπακρο τις δυνατότητές του και τις σύγχρονες προσεγγίσεις στον πόλεμο, η ρωσική πολεμική μηχανή μοιάζει να αδυνατεί να επιβληθεί, παρά τη χρήση κτηνώδους δύναμης. Ίσως, τελικά, το πρόβλημα να είναι αταβιστικό και η Ρωσία να μην μπορεί να ξεφύγει από την ιστορία της.


Πηγή: economico.gr