Βρίσκονται παντού: στα κινητά τηλέφωνα που χρησιμοποιούμε, στα αυτοκίνητά μας, σε ιατρικές συσκευές, σε εξαιρετικά εξελιγμένα μαχητικά αεροσκάφη, στις παιχνιδομηχανές μας, στους υπολογιστές μας και όπου αλλού μπορεί κάποιος να φανταστεί.
Ο λόγος για τα μικροτσίπ, τα μικρά κυκλώματα ημιαγωγών που κάνουν «έξυπνες» τις δεκάδες, ενίοτε χιλιάδες, μηχανές που μας περιτριγυρίζουν και που αποτελούν τους «εγκεφάλους» της σύγχρονης τεχνολογίας. Ήδη, ο κόσμος μας έχει μάθει πώς είναι η έλλειψή τους, καθώς η πανδημία του κοροναϊού επέδρασε καταλυτικά στη μείωση της παραγωγής τους και επηρέασε με δραματικό τρόπο ολόκληρους τομείς της οικονομίας, όπως, π.χ., η αυτοκινητοβιομηχανία.
Η κυριαρχία της Ταϊβάν
Στον κόσμο υπάρχουν πολλές εταιρείες που σχεδιάζουν τσιπάκια για κάθε χρήση, από τον «εγκέφαλο» ενός «έξυπνου» ψυγείου μέχρι αυτόν ενός μαχητικού αεροσκάφους 5ης γενιάς, ωστόσο, οι μεγαλύτεροι κατασκευαστές μικροτσίπ μετριούνται στα δάχτυλα του ενός χεριού, παρότι κατέχουν πάνω από το 90% της αγοράς. Μάλιστα, μία από αυτές, η ταϊβανέζικη TSMC αντιπροσωπεύει το 55% της παγκόσμιας παραγωγής τσιπ, με τη δεύτερη κορεατική Samsung να κατέχει μόλις το 17%.
Και κάπου εδώ αρχίζουν οι ανησυχίες της Δύσης, καθώς -πέραν από τον σχεδόν μονοπωλιακό χαρακτήρα που έχει η αγορά- η διαμάχη της Κίνας με την Ταϊβάν και τα σενάρια περί εισβολής στη νησιωτική χώρα θέτουν σε ευάλωτη θέση μια από τις πλέον κρίσιμες, αλλά και κερδοφόρες βιομηχανίες στον κόσμο. Όπως προαναφέρθηκε, η έλλειψη που προκλήθηκε λόγω του κοροναϊού προκάλεσε αναταράξεις σε πολλούς τομείς της παγκόσμιας οικονομίας και συνέτεινε την κρίση που ούτως ή άλλως η πανδημία προκάλεσε.
Οι τρεις κινήσεις
Στο πλαίσιο αυτό, το τελευταίο διάστημα υπήρξαν τρεις κινήσεις που καταδεικνύουν τη σοβαρότητα με την οποία η Δύση καλείται να αντιμετωπίσει το ζήτημα, αλλά και που θέτουν τα όρια των γεωπολιτικών εξελίξεων μέσα στα επόμενα χρόνια.
- Πρώτον, ο πρόεδρος των ΗΠΑ, Τζο Μπάιντεν, κάλεσε το Κογκρέσο να «ξεκλειδώσει» τα 52 δισ. δολάρια σε επιδοτήσεις για τους τοπικούς κατασκευαστές μικροτσίπ.
- Δεύτερον, η ΕΕ προωθεί αντίστοιχο σχέδιο, με στόχο τον διπλασιασμό της παραγωγής τσιπ εντός του μπλοκ ως το τέλος της τρέχουσας δεκαετίας, σε συνδυασμό με διεθνή συνεργασία.
- Τρίτον, η Ταϊβαν ανακοίνωσε πρόγραμμα επενδύσεων ύψους 200 εκατομμυρίων δολαρίων στη Λιθουανία, το οποίο περιλαμβάνει και τη συνεργασία στην παραγωγή τσιπ. Ο λόγος; Η δημιουργία «δικλείδας ασφαλείας», αλλά και συμμαχιών σε περίπτωση εισβολής της Κίνας.
Ένα από τα βασικά χαρακτηριστικά της βιομηχανίας των τσιπ είναι o έντονος «τεμαχισμός» της: παρότι η παραγωγή βρίσκεται στην Ασία, το 47% των παγκοσμίων πωλήσεων τσιπ το κατέχουν οι ΗΠΑ και ακολουθούν με 19% η Κορέα, με 10% Ιαπωνία και Ευρώπη και μόλις με 5% η Κίνα. Επίσης, αναλύσεις έχουν δείξει ότι σήμερα δεν υπάρχει καμία χώρα στον κόσμο που να είναι αυτάρκης στην παραγωγή μικροτσίπ.
Η υστέρηση της Κίνας
Επιστρέφοντας, ωστόσο, στην Ταϊβάν, όπου οι κατασκευαστές μικροτσίπ κατέχουν το 63% της παγκόσμιας αγοράς, το οικονομικό, γεωπολιτικό και γεωστρατηγικό πρόβλημα είναι προφανές: μια εισβολή της Κίνας στη μικρή νησιωτική χώρα, εκτός όλων των άλλων δεινών που θα προκαλέσει, θα τινάξει στον αέρα σχεδόν το σύνολο των τομέων της οικονομίας που σχετίζονται έστω και μακρινά με την παραγωγή και διάθεση μικροτσίπ.
Κάπου εδώ πρέπει να αναφερθεί ότι από το Δεκέμβριο του 2020, η πέμπτη μεγαλύτερη κατασκευάστρια μικροτσίπ στον κόσμο, η μερικώς κρατική κινεζική SMIC, τελεί υπό κυρώσεις από τις ΗΠΑ, όπως και η εταιρεία Huawei, η οποία ήταν ο δεύτερος μεγαλύτερος πελάτης της TSMC, μετά την αμερικανική Apple, με αποτέλεσμα η Κίνα να υστερεί σημαντικά στον τομέα αυτό και να βλέπει την Ταϊβάν ως ένα «μέσο» για να αποκτήσει κυριαρχία.
Επενδύσεις
Στο παραπάνω πλαίσιο, οι κινήσεις του Μπάιντεν και της ΕΕ μόνο ως ακατανόητες δεν μπορούν να θεωρηθούν. Ούτε, βέβαια, η ανακοίνωση της Intel, της μεγαλύτερης εταιρείας σχεδιασμού τσιπ για υπολογιστές ότι θα επενδύσει 20 δισ. δολάρια για να μπει στον τομέα κατασκευής των τσιπ, ούτε και της TSMC, η οποία σκοπεύει να επενδύσει 44 δισ. δολάρια μέσα στο 2022, προκειμένου να αυξήσει την παραγωγική της δυνατότητα.
Ωστόσο, ακόμα κι έτσι, το γεγονός ότι η Ταϊβάν παραμένει κυρίαρχη σε αυτό τον κρίσιμο τομέα, καθιστά μια εισβολή της Κίνας ακόμα πιο κρίσιμη για τις πιθανές γεωπολιτικές εξελίξεις στο όχι και τόσο μακρινό μέλλον. Όσο η «σιλικόνη» βρίσκεται στην Ασία, τόσο οι χώρες που την παράγουν θα αποτελούν κορωνίδες των γεωστρατηγικών εξελίξεων στον κόσμο.


Πηγή: economico.gr