Ανακάλυψη του Αρχαιότερου Τυριού του Κόσμου και η Εξέλιξη των Προβιοτικών Βακτηρίων

Ανακάλυψη του Αρχαιότερου Τυριού του Κόσμου και η Εξέλιξη των Προβιοτικών Βακτηρίων

Επιστήμονες ανέλυσαν με επιτυχία δείγματα του αρχαιότερου τυριού που έχει βρεθεί στον κόσμο, το οποίο χρονολογείται πριν από περίπου 3.600 χρόνια και βρέθηκε στη λεκάνη Ταρίμ, όπου υπάρχουν οι μούμιες στην Κίνα. Η μελέτη, που δημοσιεύθηκε στο επιστημονικό περιοδικό «Cell», αποκαλύπτει ότι τα δείγματα αφορούν κεφίρ, παρέχοντας σημαντικές πληροφορίες για την εξέλιξη των προβιοτικών βακτηρίων.

Πριν από περίπου δύο δεκαετίες, ομάδα αρχαιολόγων ανακάλυψε μια μυστηριώδη λευκή ουσία που αλειφόταν στα κεφάλια και τους λαιμούς μερικών από τις μούμιες που βρέθηκαν στον ταφικό χώρο Xiaohe. Αυτές οι μούμιες χρονολογούνται από 3.300 έως 3.600 χρόνια πριν, κατά την Εποχή του Χαλκού. Αρχικά, οι επιστήμονες υποθέσαν ότι πρόκειται για ένα γαλακτοκομικό προϊόν που είχε υποστεί ζύμωση, αλλά η ταυτοποίησή του ήταν δύσκολη.

Ο ερευνητής Κιαομέι Φου από το Ινστιτούτο Παλαιοντολογίας της Κινεζικής Ακαδημίας Επιστημών και οι συνεργάτες της κατάφεραν να εξάγουν μιτοχονδριακό DNA από δείγματα σε τρεις διαφορετικούς τάφους, επιβεβαιώνοντας την ύπαρξη γενετικού υλικού από αγελάδες και κατσίκες, αλλά και DNA μικροοργανισμών του κεφίρ. Οι ερευνητές διαπίστωσαν την παρουσία βακτηρίων και μυκήτων, όπως τα Lactobacillus kefiranofaciens και Pichia kudriavzevii, που είναι χαρακτηριστικά και στους σπόρους κεφίρ.

Με την αλληλούχηση των βακτηριακών γονιδίων στο αρχαίο κεφίρ, οι επιστήμονες μπόρεσαν να καταγράψουν την εξέλιξη των προβιοτικών βακτηρίων σε βάθος 3.600 ετών. Ανακάλυψαν ότι το αρχαίο Lactobacillus kefiranofaciens σχετίζεται πιο στενά με τον θιβετιανό τύπο βακτηρίου, αμφισβητώντας έτσι τη θεωρία που αναφέρει ότι το κεφίρ προέρχεται από τον Βόρειο Καύκασο.

Η μελέτη αποκάλυψε επίσης πώς το Lactobacillus kefiranofaciens αντάλλαξε γενετικό υλικό με συγγενικά στελέχη, γεγονός που ενίσχυσε τη γενετική του σταθερότητα και την ικανότητά του να ζυμώνει το γάλα. Σε σύγκριση με το αρχαίο βακτήριο, τα σύγχρονα στελέχη είναι λιγότερο πιθανό να προκαλέσουν ανοσολογική απόκριση στο ανθρώπινο έντερο, υποδεικνύοντας ότι αυτή η γενετική ανταλλαγή βοήθησε στην προσαρμογή τους στους ανθρώπινους ξενιστές κατά τη διάρκεια των χιλιάδων ετών.

Η δρ Φου και η ομάδα της τονίζουν ότι αυτή η έρευνα είναι μοναδική και ανοίγει νέους ορίζοντες για την κατανόηση της αρχαίας ζωής, με την ελπίδα ότι στο μέλλον θα μπορέσουν να εξερευνήσουν και άλλα άγνωστα αρχαία ανθρώπινα δημιουργήματα. Πηγή: tovima.gr